Δευτέρα 15 Δεκεμβρίου 2008

ΜΙΣΕΛ ΦΑΪΣ

Γραφή του εγκλεισμού

του Μισέλ Φάις

εφημ. Tύπος της Kυριακής, 18 Φεβρουαρίου 1996

Τον Δημήτρη Παστουρματζή τον ακούσαμε για πρώτη φορά στο περιοδικό Εντευκτήριο. Φυλλομετρώντας το θεσσαλονικιώτικο περιοδικό, βλέπουμε στο πρώτο κιόλας τεύχος (Οκτώβριος 1987) κείμενό του στο αφιέρωμα «Σελίδες για τη φυλακή». ΄Εκτοτε διηγήματά του φιλοξενούσε κατά καιρούς ο Γιώργος Κορδομενίδης στο καλό περιοδικό του.

Λίγο πριν από τις γιορτές κυκλοφόρησε από τις Eκδόσεις Εντευκτηρίου μια συλλογή διηγημάτων του Δ. Παστουρματζή, με τίτλο Ο γενναίος που δεν είμαι. Πρόκειται για 11, συνολικά, μικρά κείμενα, όπου το μεγαλύτερο δεν υπερβαίνει τις έξι σελίδες.

Διαβάζουμε το λιτό βιογραφικό: «Ο Δημήτρης Η. Παστουρματζής γεννήθηκε το 1964 στις Σέρρες. ΄Εκανε φυλακή. Ζει και εργάζεται στις Σέρρες». Το ανθρωπολογικό και το αφηγηματικό φόντο όλων των διηγημάτων είναι ο χώρος της φυλακής. Και αυτό, όπως καταλαβαίνει κάποιος, δεν αποτελεί μυθοπλαστική επιλογή αλλά επιβεβλημένη βιοτική συνθήκη.

Ωστόσο, κατά τη γνώμη μου, ο νεαρός διηγηματογράφος πρέπει ευθύς εξαρχής να διαφοροποιηθεί από τις συγκινητικές αλλά εν πολλοίς πρόχειρες γραπτές επιδόσεις των φυλακισμένων: είτε αυτές έχουν στενά αυτοβιογραφικό χαρακτήρα, είτε στρέφονται γύρω από κάποιο μύθο. Θέλω να πω, με άλλα λόγια, ότι ο δαίμονας του Παστουρματζή θα μπορούσε κάλλιστα να ήταν η θάλασσα, η νοσηρή οικογενειακή του κατάσταση ή η ξενιτιά.

Καθώς η αξία αυτού του βιβλίου δεν κρίνεται στη θεματική του αλλά από την αξιοποίηση του βιωματικού υλικού. Θα επισημάνω ένα μόνο σημείο πεζογραφικού ήθους,το οποίο είναι αξιοπρόσεκτο για πρωτοεμφανιζόμενο συγγραφέα.

Ο αφηγητής αν και σε όλες τις ιστορίες ταυτίζεται με τον συγγραφέα, εντούτοις κρατάει μια απόσταση από τα δρώμενα. Αυτό το φίλτρο που βάζει ο Παστουρματζής ανάμεσα στις λέξεις και στα πράγματα (και μάλιστα πράγματα που τον καίνε τόσο βαθιά) μαρτυρεί ένστικτο και ωριμότητα. Η θερμοκρασία της φωνής του ομιλεί συγκρατημένη, αντιδραματική και ελλειπτική· «δείχνει» περισσότερα απ’ όσα «λέει» (που θα μας έλεγε και ο Χένρι Τζέιμς).

Πρόκειται, σχηματικά, για μια χαμηλότονη αφηγηματική γραμμή που κινείται στους αντίποδες του Ζαν Ζενέ. Αφού ακόμα και ο αντιηρωικός τόνος του Παστουρματζή έχει έναν χαρακτήρα ταπεινότητας και συντριβής, εκεί όπου ο Γάλλος συγγραφέας βλέπει γκροτέσκο και μεγαλείο.

Σε γενικές γραμμές, ο αφηγητής μετεωρίζεται ανάμεσα σε ένα εξιδανικευμένο παρελθόν και σε ένα βάναυσο παρόν. Για το μέλλον οι κουβέντες διχάζονται: άλλοτε πικρίζουν υπό το βάρος της αβάσταχτης αναμονής και άλλοτε κρύβουν ένα ανυπότακτο πείσμα ζωής, το οποίο μερικές φορές αποπνέει άρωμα γήινης μεταφυσικής. Και εξαιτίας αυτών των γνωρισμάτων, ο εγκλεισμός ανοίγεται σε πλατύτερα πεδία. Από σωφρονιστικός γίνεται υπαρξιακός, από ατομική περίπτωση ευρύτερο βίωμα.

Το Ο γενναίος που δεν είμαι θα συνιστούσα να το διαβάσουν όλοι οι αρμόδιοι του σωφρονιστικού συστήματος (θεσμικοί και μη): από τον υπουργό Δικαιοσύνης, τους ποινικολόγους έως τους δημοσιογράφους. ΄Ολοι αυτοί δηλαδή που είτε κλείνουν τα μάτια είτε, ένα και το αυτό, κάνουν θέαμα όψεις του δικού μας εντέλει εαυτού.

Free Blog Counter
Poker Blog